Ο Αλέξης Τσίπρας είχε όλες τις προϋποθέσεις να είναι ένας από τους ισχυρότερους πρωθυπουργούς της μεταπολιτευτικής Ελλάδας. Αλλά είναι ένας από τους πιο αδύναμους.
Πρώτον, πέτυχε εκλογική νίκη στο όριο της αυτοδυναμίας και δεν έχει κανένα πρόβλημα με την αντιπολίτευση, η οποία του κάνει, εκούσα άκουσα, όλα τα χατίρια. Ουσιαστικά είναι όμηρός του, αλλά ο ίδιος δεν μπορεί να το εκμεταλλευθεί, για να κάνει ουσιώδεις αλλαγές με τη συναίνεσή της.
Δεύτερον, διαδέχτηκε στην εξουσία ένα φθαρμένο από την πολύχρονη άσκησή της πολιτικό σύστημα και είχε μεγάλη ευχέρεια κινήσεων. Ούτε αυτό το εκμεταλλεύθηκε, για να ανανεώσει την πολιτική ζωή. Αντίθετα, η συμμαχία του με ένα κομμάτι της εθνικόφρονος παλαιοδεξιάς έχει καταστήσει εκείνον όμηρο.
Τρίτον, δεν εκμεταλλεύθηκε τη «φόρα» της εκλογικής του νίκης, ώστε να πετύχει μια γρήγορη, έντιμη και αμοιβαίως επωφελή συμφωνία με τους δανειστές. Αντ' αυτού πελαγοδρόμησε επί έξι μήνες μεταξύ της δημιουργικής ασάφειας του ανερμάτιστουΒαρουφάκη και των ρωσικών ονειρώξεων τωναριστεροπλατφορμιστών. Και τα δύο αποδείχτηκαν καταστροφικά και την απόλυτη ευθύνη έχει, φυσικά, ο ίδιος. Αργά το κατάλαβε.
Τέταρτον, έχασε από την αρχή το πλεονέκτημα που έχουν οι νέοι πρωθυπουργοί, οι οποίοι σχηματίζουν κυβέρνηση από νέα κόμματα, άφθαρτα από την άσκηση πολιτικής. Οι περισσότερες επιλογές που έκανε στην κυβέρνηση ήταν της συμφοράς. Άνθρωποι άσχετοι, εντελώς άπειροι, ιδεοληπτικοί, δηλαδή ακατάλληλοι για άσκηση εξουσίας. Ελάχιστα μέλη του υπουργικού συμβουλίου ανταποκρίθηκαν στοιχειωδώς στις υποχρεώσεις τους και έδειξαν να αντιλαμβάνονται κάπως ορθολογικά την πραγματικότητα (Νικολούδης, Πανούσης, Μάρδας, Βαλαβάνη για τις 100 δόσεις ).
Σήμερα, έξι και πλέον μήνες από τις εκλογές, ο κ. Τσίπρας είναι ένας αδύναμος πρωθυπουργός. Όχι μόνο γιατί υποχρεώθηκε να κάνει αυτό που αποκήρυσσε μετά βδελυγμίας, δηλαδή να υπογράψει κι αυτός ένα Μνημόνιο. Υπό άλλες προϋποθέσεις, ακόμα κι αυτό θα μπορούσε να του συγχωρεθεί. Αλλά γιατί ο ίδιος και οι περισσότεροι υπουργοί του φαίνονται απρόθυμοι και αδύναμοι να τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους, με αποτέλεσμα να είναι υπαρκτός ο κίνδυνος σε έναν χρόνο να κατρακυλήσει η χώρα στην κατάσταση που βρέθηκε στις αρχές του φετινού Ιουλίου.
Επιπλέον, ο κ. Τσίπρας είναι όμηρος καταστάσεων και προσώπων στο κόμμα του και δεν τολμά να ξεκαθαρίσει το τοπίο. Ποτέ άλλοτε πρωθυπουργός δεν ανέχτηκε βουλευτές του να καταψηφίζουν τη βασικότερη επιλογή της κυβέρνησής του. Ποτέ άλλοτε δεν ανέχτηκε πρόεδρο της Βουλής να υπονομεύει τη νομοθετική λειτουργία, να προσβάλλει υπουργούς και να ζητεί από τον ίδιο να «τιμωρήσει» άλλους, επειδή της ασκούν κριτική. Εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με την, θεμιτή ως ένα βαθμό, τήρηση εσωκομματικών ισορροπιών. Αλλά ένα (μικρότερο;) κόμμα μέσα στο (μεγαλύτερο;) κόμμα υπονομεύει ευθέως την κυβέρνηση. Και ορισμένα πρόσωπα έχουν ξεφύγει από κάθε όριο προσωπικής και πολιτικής συμπεριφοράς ατιμωρητί.
Είναι φανερό ότι ο κ. Τσίπρας είναι εγκλωβισμένος σε όλα αυτά. Και είναι αμφίβολο αν μπορεί να απεγκλωβιστεί αργότερα όπως σχεδιάζει, με συνέδρια και εκλογές. Όπως έστρωσε θα κοιμηθεί. Αλλά αυτή η ορατή πανταχόθεν αδυναμία του και η ακινησία και παραλυσία που επιφέρει επηρεάζει την πορεία της χώρας και τις ζωές των πολιτών της.
Η μέθοδος της αναβολής, του «άστα γι’ αργότερα», δεν ωφέλησε καμία κυβέρνηση στα μνημονιακά χρόνια, ούτε τη δική του. Συσσώρευσε προβλήματα, που κατέστησαν στη συνέχεια άλυτα. Κάτι ήξερε ο Ρώσος συγγραφέας Πάβελ Ταράνοφ όταν έγραφε ότι «όσο πιο πολύ κρατάει μια δουλειά, τόσο χειρότερα γίνεται». Ελπίζουμε να μην επαληθευτεί στη σημερινή περίπτωσή μας.
Γ. Καρελιάς
No comments:
Post a Comment