Τα ΜΜΕ διαπαιδαγωγούν το κοινό
Η "άγνωστη" Νίκη Φούντα |
να αρέσκεται στο ευτελές...
Της Λίνας Παπαδοπούλου*
Κάνοντας ζάπινγκ πριν από λίγες ημέρες, σταμάτησα στο κανάλι της Βουλής, όταν άκουσα, στον χρόνο των ελάχιστων δευτερολέπτων που σου δίνει το πάτημα του τηλεχειριστηρίου, μια σοβαρή και αξιοπρεπή φωνή.
Σε μια ειδική επιτροπή, μια βουλευτής της αντιπολίτευσης έκρινε ένα νομοσχέδιο σχετικά με τα υδατορέματα με τρόπο εμπεριστατωμένο, εξέφραζε την αντίθεσή της δημιουργικά, έκανε σταθμίσεις και ενέκρινε επιλεγμένες ρυθμίσεις, χωρίς κραυγές και αφορισμούς.
Το θέμα μού ήταν μάλλον αδιάφορο και η συγκεκριμένη κυρία παντελώς άγνωστη, παρότι γενικά παρακολουθώ τα πολιτικά πράγματα μάλλον περισσότερο από τον μέσο Έλληνα. Ο εξαιρετικά υψηλού επιπέδου λόγος της, ωστόσο, με αιχμαλώτισε. Οι υπεύθυνοι της αναμετάδοσης έκριναν περιττό να βάλουν σε υπότιτλο το όνομά της. Ψάχνοντας αργότερα στη σελίδα της Βουλής συνήγαγα -ελπίζω ορθώς- ότι επρόκειτο για τη βουλευτή Αιτωλοακαρνανίας, Νίκη Φούντα.
Σκοπός του σημειώματός μου δεν είναι να επαινέσω τη συγκεκριμένη βουλευτή (αν και θα ήταν άδικο να μην αναφέρω το όνομά της), την οποία ευτυχώς ξεχώρισαν οι εκλογείς της περιφέρειάς της. Είναι να καυτηριάσω τη συμπεριφορά τηλεοπτικών μέσων μαζικής ενημέρωσης, που επιλέγουν να προβάλλουν σταθερά, και να καθιστούν τηλεοπτικούς αστέρες, βουλευτές που το μόνο που κάνουν είναι να κραυγάζουν περί ξεπουλήματος και εθνικής προδοσίας και άλλα ευτράπελα, χωρίς επιχειρήματα, χωρίς προτάσεις, χωρίς τεκμηρίωση, χωρίς σοβαρότητα. Ενίοτε δε σοβαροί κατά τ' άλλα δημοσιογράφοι πηγαίνουν ακόμη παραπέρα, διαφημίζοντας αντιδημοκράτες, ακόμη και υπόδικους, πολιτικούς και την επικίνδυνη πραμάτεια τους. Υπερτονίζουν έτσι την εικόνα ενός χαμηλού επιπέδου Κοινοβουλίου, ενώ αφήνουν στην αφάνεια πολλά μέλη του που με επαγγελματισμό και γνώση, με συνείδηση και ορθό λόγο, δουλεύουν αθόρυβα και δικαιώνουν τον ρόλο της αντιπροσωπείας του λαού ως τόπο «ορθού λόγου» και όχι παραλόγου.
Τις επιλογές τους αυτές εξαργυρώνουν βέβαια σε διαφημιστική ύλη, ενώπιον ενός κοινού το οποίο διαπαιδαγωγούν να αρέσκεται στο ευτελές. Δεν είναι όμως μόνο αυτό: με τον τρόπο τους τα τηλεοπτικά αυτά μέσα υποσκάπτουν την ίδια τη δημοκρατία, κερδίζοντας τα ίδια σε εξουσία και δύναμη να χειραγωγούν το εκλογικό σώμα. Η ευθύνη τους για τη δημοκρατία είναι λοιπόν απτή και πολύ συγκεκριμένη, ανάλογη με εκείνη της πολιτικής εξουσίας.
*Η Λίνα Παπαδοπούλου είναι Επίκουρη Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.
Της Λίνας Παπαδοπούλου*
Κάνοντας ζάπινγκ πριν από λίγες ημέρες, σταμάτησα στο κανάλι της Βουλής, όταν άκουσα, στον χρόνο των ελάχιστων δευτερολέπτων που σου δίνει το πάτημα του τηλεχειριστηρίου, μια σοβαρή και αξιοπρεπή φωνή.
Σε μια ειδική επιτροπή, μια βουλευτής της αντιπολίτευσης έκρινε ένα νομοσχέδιο σχετικά με τα υδατορέματα με τρόπο εμπεριστατωμένο, εξέφραζε την αντίθεσή της δημιουργικά, έκανε σταθμίσεις και ενέκρινε επιλεγμένες ρυθμίσεις, χωρίς κραυγές και αφορισμούς.
Το θέμα μού ήταν μάλλον αδιάφορο και η συγκεκριμένη κυρία παντελώς άγνωστη, παρότι γενικά παρακολουθώ τα πολιτικά πράγματα μάλλον περισσότερο από τον μέσο Έλληνα. Ο εξαιρετικά υψηλού επιπέδου λόγος της, ωστόσο, με αιχμαλώτισε. Οι υπεύθυνοι της αναμετάδοσης έκριναν περιττό να βάλουν σε υπότιτλο το όνομά της. Ψάχνοντας αργότερα στη σελίδα της Βουλής συνήγαγα -ελπίζω ορθώς- ότι επρόκειτο για τη βουλευτή Αιτωλοακαρνανίας, Νίκη Φούντα.
Σκοπός του σημειώματός μου δεν είναι να επαινέσω τη συγκεκριμένη βουλευτή (αν και θα ήταν άδικο να μην αναφέρω το όνομά της), την οποία ευτυχώς ξεχώρισαν οι εκλογείς της περιφέρειάς της. Είναι να καυτηριάσω τη συμπεριφορά τηλεοπτικών μέσων μαζικής ενημέρωσης, που επιλέγουν να προβάλλουν σταθερά, και να καθιστούν τηλεοπτικούς αστέρες, βουλευτές που το μόνο που κάνουν είναι να κραυγάζουν περί ξεπουλήματος και εθνικής προδοσίας και άλλα ευτράπελα, χωρίς επιχειρήματα, χωρίς προτάσεις, χωρίς τεκμηρίωση, χωρίς σοβαρότητα. Ενίοτε δε σοβαροί κατά τ' άλλα δημοσιογράφοι πηγαίνουν ακόμη παραπέρα, διαφημίζοντας αντιδημοκράτες, ακόμη και υπόδικους, πολιτικούς και την επικίνδυνη πραμάτεια τους. Υπερτονίζουν έτσι την εικόνα ενός χαμηλού επιπέδου Κοινοβουλίου, ενώ αφήνουν στην αφάνεια πολλά μέλη του που με επαγγελματισμό και γνώση, με συνείδηση και ορθό λόγο, δουλεύουν αθόρυβα και δικαιώνουν τον ρόλο της αντιπροσωπείας του λαού ως τόπο «ορθού λόγου» και όχι παραλόγου.
Τις επιλογές τους αυτές εξαργυρώνουν βέβαια σε διαφημιστική ύλη, ενώπιον ενός κοινού το οποίο διαπαιδαγωγούν να αρέσκεται στο ευτελές. Δεν είναι όμως μόνο αυτό: με τον τρόπο τους τα τηλεοπτικά αυτά μέσα υποσκάπτουν την ίδια τη δημοκρατία, κερδίζοντας τα ίδια σε εξουσία και δύναμη να χειραγωγούν το εκλογικό σώμα. Η ευθύνη τους για τη δημοκρατία είναι λοιπόν απτή και πολύ συγκεκριμένη, ανάλογη με εκείνη της πολιτικής εξουσίας.
*Η Λίνα Παπαδοπούλου είναι Επίκουρη Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.
No comments:
Post a Comment