Search This Blog

Wednesday, December 19, 2012

ΣΤΟ ΠΟΛΥΜΕΝΑΚΕΙΟ


Παρουσίαση βιβλίου για τον
Ανδρέα Παπανδρέου
Από τον συγγραφέα του Σπ. Δραΐνα
Την περασμένη Δευτέρα στις 7 το απόγευμα, στο «Πολυμενάκειο» ένας παλιός ομογενής μας, πτυχιούχος Διδακτορικού, του Πανεπιστημίου του Γιόρκ, ο Σπύρος Δραΐνας, παρουσίασε ένα βιβλίο του, γραμμένο για τον επίσης επί αρκετά χρόνια ομογενή μας, καθηγητή του παραπάνω πανεπιστημίου, και μετέπειτα πρωθυπουργό της Ελλάδας Ανδρέα Παπανδρέου. Την παρουσίαση προλόγισε και παρακολούθησε, ο πρόεδρος της Κοινότητας κ. Νίκωνας Γεωργακόπουλος. Με το τέλος της παρουσίασης ακολούθησαν τοποθετήσεις παρευρισκομένων και διάλογος με τον συγγραφέα.
  Παρουσιάζουμε την ομιλία-παρουσίαση του βιβλίου του κ. Δραΐνα, για όσους δεν είχαν την τύχη να την παρακολουθήσουν από κοντά.

Ο Ανδρέας Παπανδρέου και
το Τρίγωνο της  Χαρισματικής Ηγεσίας
Σπύρος Δραΐνας

Μπαίνοντας στην πολιτική αρένα στις εκλογές του 1964, ο Ανδρέας  Παπανδρέου πολύ σύντομα θα αντιμετωπιστεί με έναν εντελώς αντιφατικό τρόπο  από τους εκτός του Κέντρου  αντιπάλους του. Από την Δεξιά, θα χαρακτηριστεί σαν ένας δημαγωγός που  υπάρχει κίνδυνος να οδηγήσει το Κέντρο σε έναν λαϊκό μέτωπο με την Αριστερά, αναβιώνοντας έτσι τον εφιάλτη του ΕΑΜ με το ενδεχόμενο να απομακρύνει τη χώρα από τη Δύση. Για ένα μεγάλο μέρος της Αριστεράς, αντίθετα, θα χαρακτηριστεί σαν ένας ψευδο-προοδευτικός που επιδιώκει να παρασύρει τους μάζες με σκοπό να υπομονεύει το λαϊκό κίνημα και τους γνήσιους εκφραστές του για λογαριασμό των Αμερικανών, και πιθανόν της ίδιας της CIA.
Αυτές οι αντιφατικές εκτιμήσεις συμπίπτουν σε ένα σημείο. Από κοινού, αναγνωρίζουν ότι ο λόγος του Ανδρέα ασκούσε μια ιδιαίτερη επιρροή στις μάζες, στα λαϊκά στρώματα, στους απλούς ανθρώπους της βάσης. Έχομε από νωρίς, δηλαδή, μια κοινή μαρτυρία για το κυριαρχικό στοιχείο της πολιτικής φυσιογνωμίας του Ανδρέα: την εμφάνιση του ως χαρισματικός ηγέτης. Αναδεικνύοντας μερικές πτυχές αυτής της εμφάνισης, επιχειρώ να σκιαγραφήσω το τρίγωνο της χαρισματικής ηγεσίας όπως προκύπτει στη περίπτωση Ανδρέα Παπανδρέου.
Πρώτα, μια επισήμανση: Ο χαρισματικός ηγέτης δεν υπάρχει ερήμην από ένα ακροατήριο. Το φαινόμενο, δηλαδή, υφίσταται, λειτουργεί και έχει υπόσταση στην σχέση μεταξύ του πολιτικού και των οπαδών που τον πλαισιώνουν. Και για να το πω αλλιώς: Οι ηγέτες δεν δημιουργούν οπαδούς από μόνοι τους, αλλά ούτε δημιουργούν ηγέτες εκ του μηδενός οι οπαδοί. Αλληλοαποκαλύπτονται και αλληλοεπικυρώνονται.
Ξεκινώ  με μια αποκαλυπτική μαρτυρία του  ίδιου του Παπανδρέου. Το 1936, μόλις 17 χρόνων, έγραψε ένα σύντομο δοκίμιο  που δημοσιεύτηκε στην φοιτητική εφημερίδα του Κολέγιου Αθηνών, όπου ήταν μαθητής. Γραμμένο στα αγγλικά, το δοκίμιο έφερε τον τίτλο “My Inner Self”--κατά τη δική του μετάφραση: “Ενδομύχως”.1 Το δοκίμιο έχει ως εξής:
«Όταν καμία φορά σταματώ για  να σκεφτώ λίγο, αναλογίζομαι τον εαυτό μου.
«Και  σας διαβεβαιώ, βλέπω κάτι άλλο από  αυτό που εσείς βλέπετε.
«Δεν  σας παρουσιάζω αυτό το παιδί όπως είναι στ’ αλήθεια. Όχι, δεν έχω  το θάρρος για κάτι τέτοιο.
«Προσπαθώ να σας επιδείξω έναν άνθρωπο με μεγάλες πνευματικές δυνάμεις, ένα  φιλόσοφο, ένα μεγάλο συγγραφέα, έναν κοινωνικό μεταρρυθμιστή, και κατά κάποιο τρόπο είμαι.
«Έχω μερικά καλά να πω για τον εαυτό μου, αλλά γενικά όταν βρίσκομαι μόνος μαζί του, δεν  είμαι παρά ένας κοινός άνθρωπος. Τρώγω, πίνω, απολαμβάνω την ανατολή του  ήλιου και τέλος είμαι γεμάτος ανθρώπινα πάθη τα οποία προσπαθώ να αποκρύψω.»
Μπροστά στην αντίφαση μεταξύ του  πραγματικού εσωτερικού του εαυτού και του ευγενή ανθρώπου που επιχειρεί  να δείξει στο κόσμο, καταλήγει σε μια συναισθηματική έκρηξη, μια ρομαντική  εξομολόγηση: «Αχ! Πόσο θα μ’αρεσε ένας κόσμος όπου συναντά κανείς καλούς ανθρώπους, που τα ενδόμυχα και η εξωτερική συμπεριφορά συμπίπτουν, έναν κόσμο στον οποίο ο άνθρωπος θα ήταν αρκετά ελεύθερος να ανοίξει τον εαυτό του και αρκετά καλός για να αξίζει να τον προσέχουν.»
Κατά  την εκτίμηση μου, αυτοί οι συλλογισμοί  του νεαρού Παπανδρέου αποκαλύπτουν κάτι βασικό στην ψυχοσύνθεση μιας ιδιαίτερα σύνθετης προσωπικότητας. Πιστεύω ότι ο ορμητικός, μη ορθολογικός  τρόπος με τον οποίο υπερβαίνει την  αντίθεση μεταξύ του «εντός» και του «εκτός» σημαδεύει το κυρίαρχο πάθος, τον κεντρικό δαίμονα στην διένεξη του με τη ζωή. Εν συντομία, το κινητήριο πάθος του ήταν αυτό που εκφράζεται σε μια ρήση που ο Ξενοφώντας αποδίδει στον Σωκράτη: “Be as you would like to appear.” Δηλαδή, «να είσαι όπως θα ήθελες να φαίνεσαι».
Πως λειτούργησε αυτό το πάθος στην πολιτική πρακτική του  Ανδρέα και πως βρήκε ανταπόκριση  από τον κόσμο; Ξεκινώ με την πρώτη  του εκλογική καμπάνια σαν υποψήφιος  βουλευτής στην Αχαΐα το 1964. Μια  αφίσα που φτιάχτηκε για την  καμπανιά έχει την φωτογραφία του, το σύνθημα «Εμπρός δια τον Θρίαμβον της Δημοκρατίας», άλλα και μια λεζάντα, που λέει το εξής: «Ο Ανδρέας Γ. Παπανδρέου ενσαρκώνει το πνεύμα, τους πόθους και τα ιδανικά της αγωνιστικής γενιάς του 1940.» Προς τι αυτός ο χαρακτηρισμός;
Η «αγωνιστική γενιά του 1940», φυσικά, είναι η γενιά που κινητοποιήθηκε στης 28 Οκτωβρίου-μια κινητοποίηση που έβγαλε τους έλληνες πολίτες  από τα τέσσερα χρόνια πολιτικής  απομόνωσης που τους επέβαλε η  Μεταξική δικτατορία. Με απόλυτο αυθορμητισμό, οι Έλληνες απέκτησαν ξανά την δημόσια ζωή τους σε μια μαχητική έκφραση εθνικής ενότητας γύρο από έναν κοινό αγώνα. Η «αγωνιστική γενιά του 1940» που επικαλείται στη λεζάντα ταυτίζει τον Ανδρέα με αυτή την πρωτοφανή έκφραση εθνικής ενότητας-ένα πνεύμα αλληλεγγύης και αδελφοσύνης που τροφοδότησε την μαζική εισροή του κόσμου στις τάξεις της εθνικής αντίστασης, κυρίως στο ΕΑΜ. Στη συνέχεια, όμως, αυτό το πνεύμα, καταστράφηκε με την εμπλοκή της χώρας στις εναρκτήριες πράξεις του Ψυχρού Πόλεμου που οδήγησε στον Εμφύλιο.
Ταυτίζοντας τις πολιτικές επιδιώξεις του Ανδρέα με την περίοδο πριν από την μοιραία πόλωση, η λεζάντα  τον βγάζει έξω από τις συμπλοκές  του Εμφύλιου—ένας γεγονός που, άλλωστε, συνέβαινε, όπως και η Κατοχή, κατά την περίοδο της απουσίας του από την Ελλάδα. Με αυτή την έννοια, ο χαρακτηρισμός είναι πολιτικά ουδέτερος. Δεν τάσσεται ούτε υπέρ ούτε κατά των εμπλεκόμενων δυνάμεων, Αριστερά, Κεντρώα η Δεξιά. Αντιθέτως, επικαλείται τη στιγμή ενότητας που είχε υποσκελίσει τέτοιες διακρίσεις. Έτσι η προεκλογική αφίσα ήδη προϊδεάζει το ακροατήριο για την αναζητούμενη πολιτική ταυτότητα του Ανδρέα ως την ενσάρκωση μιας ανεκπλήρωτης ιστορικής στιγμής. Δηλαδή, με το που πρωτοεμφανίστηκε στη πολιτική σκηνή, ο Ανδρέας Παπανδρέου ταυτίστηκε με προδομένες προσδοκίες της αγωνιστικής γενιάς του 1940 με τρόπο που κράτησε απόσταση από την επίσημη αφήγηση που επιβλήθηκε από τους νικητές του Εμφύλιου—μια επίσημη αφήγηση που στηρίχτηκε στην διαίρεση μεταξύ εθνικοφρόνων και εσωτερικού εχθρού. Από την αρχή, υιοθέτησε μια στάση που του άνοιξε την προοπτική να γίνει η ενσάρκωση, ο φορέας μιας πολιτικής βασισμένης σε μια άλλη αφήγηση—μια αφήγηση απελευθερωμένη από τις ψυχροπολεμικές απαγορεύσεις και τα συμπλέγματα του Εμφυλίου.
Έτσι, στους λόγους του σχεδόν δυο  δεκαετίες αργότερα, κατά την πρώτη θητεία του ως πρωθυπουργός, βρίσκουμε αυτή την χαρακτηριστική διατύπωση: «Το ΠΑΣΟΚ ενσαρκώνει πραγματικά, μια ανεπανάληπτη, λαογέννητη, μαζική πρωτοβουλία… Στο ΠΑΣΟΚ συμπορεύτηκαν, συνεκφράστηκαν και ενοποιήθηκαν τρία ρεύματα και τρεις γενιές. Η γενιά της Εθνικής Αντίστασης, με κύριο φορέα το ΕΑΜ, η γενιά των Ανένδοτων Αγώνων-που έθεσε τα θεμέλια για την πορεία του ακολούθησε-και η αντίσταση στην ξενοκίνητη δικτατορία των συνταγματαρχών με σύμβολο τον αγώνα της νέας γενιάς, τον αγώνα της γενιάς του Πολυτεχνείου.»2
Στρέφω σε μια άλλη σκηνή από τις εκλογές του 1964. Σύμφωνα με τον Γεώργιο Μίρκο, τον επικεφαλής της καμπάνιας  του, ο Ανδρέας «απεχθανόταν την  ‘κατ’ ατόμον’ εξυπηρέτηση, ήθελε  θεσμικές λύσεις.»3 Θαταν λάθος, όμως, να συγχέει κανείς αυτή τη απέχθεια πελατειακών σχέσεων με μια αφέλεια ως προς την καθιερωμένη πολιτική πρακτική. Μάλλον το πρόβλημα του ήταν πως η μικροπολιτική των πελατειακών σχέσεων δεν ταίριαζε με τις φιλοδοξίες ενός πολιτικού με όρεξη για πράξεις μεγάλων διαστάσεων. Ωστόσο, δεδομένου ότι οι πελατειακές σχέσεις θεωρούνταν απαραίτητες για την απόκτηση μια πολιτικής βάσης, τι μπορούσε να τις αντικαταστήσει;
Ο Ανδρέας επιχείρησε να τις αντικαταστήσει με μια πολιτική σχέση νέας μορφής—μια σχέση που θα αποτελούσε ένα βασικό πυλώνα της μετέπειτα πολιτικής του. Η δομή αυτής της καινούργιας σχέσης περιγράφεται στο τελευταίο λόγο της προεκλογικής του καμπάνιας στην Αχαΐα:
«την Ένωση Κέντρου  και τους μαχητές της κατέχει  όχι το πάθος της αντίθεσης και του παρελθόντος αλλά το πάθος της δημιουργίας και του μέλλοντος. Ολόκληρος ο ορίζων, ολόκληρο το οπτικό μας πεδίο γεμίζει από το όραμα ενός μέλλοντος που θα στηρίξουμε όχι στο μίσος αλλά στη λήθη, όχι στην αντιδικία αλλά στην πειθώ. Αξίζει μια τόσο μεγάλη προσπάθεια να την απαλλάξουμε από κάθε μικρότητα….
Αλλά εδώ ακριβώς  ανακύπτει η δική σας μεγάλη ευθύνη. Η ευθύνη του λαού. Στις στιγμές  αυτές τις κοσμογονίας όλοι έχουμε το μερίδιο των ευθυνών μας. Η  δική μας ευθύνη είναι να συλλάβουμε το νόημα των στιγμών και να τις εκφράζουμε. Η δική σας να μας παράσχετε την δύναμη για να το κατορθώσουμε. Να δώσετε τη δύναμη στις νέες και άφθαρτες δυνάμεις, τις μόνες που μπορούν να γίνουν οι γνήσιοι φορείς της ανανέωσης και της αλλαγής.4
Η διανομή ευθυνών  που ο Ανδρέας προτείνει παίρνει την μορφή ενός συμβολαίου μεταξύ του πολιτικού και του λαού. Στην ουσία, ο Παπανδρέου προτείνει στους ακροατές τα εξής: «Σε αντάλλαγμα για την ενδυνάμωση που θα πάρω από την ψήφο σου, δεσμεύομαι να σε υπηρετήσω σαν ερμηνευτής και εκφραστής ενός οράματος που ανταποκρίνεται στις προκλήσεις της εποχής και να αγωνιστώ για αυτό το όραμα για λογαριασμό σας.»
Οι σπόροι του πολιτικού λαϊκισμού  του Ανδρέα είναι αρκετά εμφανείς σ’αυτή την πρόταση. Για τα συμβαλλόμενα μέρη, το συμβόλαιο περιέχει και ρίσκο και όφελος. Εάν ο Ανδρέας μπήκε στην πολιτική αποφασισμένος να καταφέρει μεγάλα επιτεύγματα, ζήτησε από τους ακροατές του να καταβάλλουν τα κεφάλαια για την επιχείρηση, με την προοπτική, βέβαια, ότι θα καρποφορήσουν το όφελος της επένδυσης τους. Ήταν ένα συμφωνητικό με μεγάλα διακυβεύματα. Το παν στηρίχτηκε σε ένα δεσμό εμπιστοσύνης. Για να διατηρήσει την υποστήριξη των οπαδών του, θα έπρεπε να παραμείνει πιστός σ’αυτους και στις ελπίδες που επενδύσανε στον ίδιο. Ήταν μια σχέση την οποία θα καλλιεργήσει έντεχνα και θα προφυλάξει από ανταγωνιστές με ζήλο.
Μέχρι εδώ, έχω ασχοληθεί με τους δυο πόλους που συντάσσουν το φαινόμενο  της χαρισματικής ηγεσίας-τον πολιτικό και τον οπαδό. Για να κλείσω, θέλω να προσεγγίσω ένα τρίτο πόλο, που  είναι πιο δύσκολο να περιγραφεί. Εξ ίσου σημαντικό, συμπληρώνει το χαρισματικό τρίγωνο. Είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτικό ότι η ανάδειξη του Ανδρέα ως χαρισματικού ηγέτη άρχισε να παίρνει σοβαρές διαστάσεις με την παραίτηση του από το Υπουργείο Συντονισμού το Νοέμβρη 1964. Η παραίτηση ήταν ένας απρόοπτος και καλά σκηνοθετημένος ελιγμός που ο Ανδρέας σχεδίαζε για να αντιμετωπίσει τα πολιτικά αδιέξοδα που του δημιούργησαν αφενός ο Μητσοτάκης, που αντέδρασε έμπρακτα στα οικονομικά του σχέδια, και αφετέρου Αμερικανοί αξιωματούχοι που ενοχλήθηκαν από την άρνηση του να αποδεχθεί το σχέδιο Ατσεσον για την Κύπρο. Μετά την παραίτηση του από την κυβέρνηση, ακολούθησε αμέσως η πρόσκληση του Μακάριου να επισκεφθεί τη Κύπρο, μια θριαμβευτική επιστροφή στην Αθηνά και, με κάποια καθυστέρηση--λόγω διαφωνίας με τον πατέρα του--μια «πορεία προς το Λαό» στη Θεσσαλία.
Η πορεία προς το λαό, όμως, σύντομα  κατέληξε στην Αθήνα όπου ο Ανδρέας  θα μπει πάλι στη κυβέρνηση--αυτή τη φορά με την υποστήριξη μιας αξιοπρόσεχτης, εκτός Αχαΐας λαϊκής βάσης-μιας βάσης που-και εδώ είναι το καθοριστικό σημείο-απέκτησε ακριβώς γιατί είχε έρθει σε σύγκρουση με δυνάμεις που μπλοκάρανε τις πολιτικές του επιδιώξεις. Ουσιαστικά, ο Ανδρέας είχε απαντήσει στα εμπόδια των κατεστημένων δυνάμεων με μια προσφυγή στη λαϊκή βάση.
Αυτή η προσφυγή στη λαϊκή  βάση έχει μια πνευματική πατρότητα  στα ριζοσπαστικά κινήματα της Ευρώπης  στο 19ος αιώνα. Υπάρχει μια ρήση του αρχαίου Ρωμαίου ποιητή Βιργίλιου που ήταν δημοφιλής σε κύκλους διανοουμένων εκείνη την περίοδο. «Εάν δεν μπορώ να μετατοπίσω τις Ανώτερες Δυνάμεις, θα αναμοχλεύσω τον Κάτω Κόσμο.» Ενδεικτικά, αυτή τη ρήση υιοθέτησε από τον Ferdinand Lassalle, έναν αστό γερμανό σοσιαλιστή και λαϊκό ήρωα, για να εξηγήσει την στροφή του προς την επαναστατική δράση. Πιστεύω ότι αυτή η ρήση επίσης περιγράφει με ακρίβεια τη κινητήρια δυναμική στην πολιτική πορεία του Ανδρέα—μια πορεία που εκπορεύτηκε από την συνάντηση, από τη μια, της ανάγκης του ιδίου για αναγνώριση σαν ο εκτελεστής έργων μεγάλων διαστάσεων, και, από την άλλη, από τις καταπιεσμένες προσδοκίες για ριζική αλλαγή ανάμεσα στις λαϊκές μάζες.
Η επιστροφή του στην κυβέρνηση  της Ένωσης Κέντρου δεν διήρκεσε πολύ. Σε μερικές εβδομάδες, ξέσπασε  η υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ και έξι εβδομάδες  αργότερα η σύγκρουση του πατέρα του με τον βασιλιά. Άλλα εδώ πάλι βλέπουμε ένα φαινόμενο που ενίσχυσε τη χαρισματική του υπόσταση: Μετά την παραίτηση του Γεωργίου Παπανδρέου, οι αντίπαλοι του Ανδρέα τον κατηγόρησαν σαν υπαίτιο για την αδιαλλαξία του πρωθυπουργού-πατέρα του απέναντι στο Παλάτι. Αλλά η κριτική τους ήταν άστοχη. Ένα ριζοσπαστικοποιημένο κοινό πανηγύριζε την αδιαλλαξία του γέρου. Στο βαθμό που ο Ανδρέας χρεώθηκε με τη στάση του πατέρα του, επωφελήθηκε πολιτικά.  Οι αντίπαλοι του, μάλιστα, βρέθηκαν αντιμέτωποι με μια παράδοξη και, για αυτούς, εξοργιστική δυναμική. Όσο πιο πολύ του επιτιθόταν, τόσο πιο αποφασισμένος γινόταν να τους αντιπαλεύει, και τόσο πιο ψηλά ανέβαινε στην εκτίμηση των απλών πολιτών. Όπως ο ίδιος εξομολόγησε τότε σε έναν αμερικανό δημοσιογράφο: «Χωρίς (την υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ), θα είχα πιθανόν τελειώσει πολιτικά… επιχείρησαν να με εξοντώνουν, αλλά αντί αυτού, με δημιουργήσανε.»5 Ωστόσο, ο Ανδρέας δεν ήταν απλώς το προϊόν των πράξεων των αντίπαλων του. Από χαρακτήρα, ήταν ιδιαίτερα ικανός να συλλάβει, και περισσότερο από πρόθυμος να εκμεταλλευτεί τις δυνατότητες πολιτικής δημιουργίας που, άθελα τους, οι αντίπαλοι του προσφέρανε. Αντιδρώντας στην επιχείρηση των αντίπαλων να τον βάλουν στο περιθώριο, ο Ανδρέας αγκάλιαζε τα αιτήματα ενός πολυσύνθετου κοινού που διψούσε να βγει από τη δική του περιθωριοποίηση και που βρήκε σ’αυτόν έναν Ηρακλή.
1 Μιχάλης Μακρακης, Το Ξεκίνημα: Ανδρέας Γ. Παπανδρέου 1933-43, σ. 33, Ηστοριτις/Κατοπτρο, Αθήνα, 2000.
2 Ομιλία στην Πανελλαδική Σύσκεψη του ΠΑΣΟΚ, 31.1.1982.
3 Γεώργιος Μιρκος, Ανδρέας Παπανδρέου: Τα πρώτα βήματα στην πολιτική, σ. 35, Εκδοτικός Οργανισμός Λιβανη, Αθήνα 2002.
4 Op cit., Μιρκος, σ. 31-32.
5 David Binder, “Greece’s Political Calm Seen as Ending in a Storm,” New York Times, July 31, 1966, σ. 16.


4 comments:

  1. Ρε Γαυγά τι λαοσύναξη είναι αυτή.... Δεν χωράει βελόνα να πέσει μέσα στο πλήθος... Καλά που δεν ήρθα γιατί θα έπρεπε να στέκομαι όρθιος για να παρακολουθήσω την παρουσίαση.

    ReplyDelete
  2. Πάντως ήταν, σίγουρα, μεγαλύτερη από τους πενήντα που κουβαλήσατε οι δυο …μεγάααααλες οργανώσεις, Κογκρέσο – Ομοσπονδία, (τα σάπια καρπούζια που …λέγαμε) μαζί με δυο εβδομάδες διαφήμιση στην φυλλάδα σας…
    Στο σπίτι του …κρεμασμένου μιλάνε για σχοινί, μωρέ; Και με την ευκαιρία το «Γαυγά» ανήκει στον Κόντο και το emphasis, βρες κάτι δικό σου βρε βλάκα…

    ReplyDelete
  3. Μπουγά σου πάει καλύτερα;
    Να το υιοθετήσω;

    ReplyDelete
  4. ΕΣΥ βρε φουκαρά …υιοθέτησες δυο σάπια καρπούζια και τα κρατάς ακόμα στη μασχάλη σου, στο «Μπουγά» θα κωλώσεις; Είναι τα …έξυπνα αυτά ευρήματά σου που σε κάνουν άξιο ηγέτη του ελληνισμού του Καναδά, υπό την σκέπη του καταξιωμένου απ’ τα παλιά προέδρου σου.!!! Μπράβο …

    ReplyDelete